Τετάρτη 13 Μαρτίου 2013

- Παρόντες όλοι; κύριε, ο Ευαγόρας λείπει... Παρόντες, λέει ο δάσκαλος.



Χτυπά κουδούνι, μπαίνουνε στην τάξη του ο καθένας. Μπαίνει κι η πρώτη η άταχτη κι η τρίτη που διαβάζει, μπαίνει κι η πέμπτη αμίλητη, η τάξη του Ευαγόρα.

- Παρόντες όλοι;

- Κύριε, ο Ευαγόρας λείπει.

- Παρόντες, λέει ο δάσκαλος. Και με φωνή που τρέμει:

- Σήκω, Ευαγόρα, να μας πεις ελληνική ιστορία.

Ο δίπλα, ο πίσω, ο μπροστά, βουβοί και δακρυσμένοι, αναρωτιούνται στην αρχή, ώσπου η σιωπή τους κάμνει να πέσουν μ’ αναφιλητά ετούτοι κι όλη η τάξη.

- Παλληκαρίδη, άριστα, Βαγόρα, πάντα πρώτος,στους πρώτους πρώτος, άγγελε πατρίδας δοξασμένης, συ μέχρι χθες της μάνας σου ελπίδα κι αποκούμπι, και του σχολειού μας σήμερα Δευτέρα Παρουσία.

Τα ‘πε κι απλώθηκε σιωπή πα’ στα κλαμένα νιάτα, που μπρούμυτα γεμίζανε της τάξης τα θρανία, έξω απ’ εκείνο τ’ αδειανό, παντοτινά γεμάτο.  

Ποίηση Φώτη Βαρέλη

 Γεννήθηκε στην Τσάδα της Πάφου, στις 28 Φεβρουαρίου 1938. Ήταν το τέταρτο παιδί της οικογένειας του Μιλτιάδη. Στην οικογένεια του Ευαγόρα ανήκει – δεύτερος ξάδερφος – και ο Στέλιος Μαυρομμάτης.

Πέρασε τις 6 τάξεις του Δημοτικού σχολείου με άριστα. Την 1η Απριλίου 1953, ο Ευαγόρας πρωταγωνιστεί σε διάφορες διαδηλώσεις κατά των Άγγλων. Συγκεκριμένα, στις 2 Ιουνίου θα γινόταν η στέψη της βασίλισσας Ελισάβετ. Στην Αγγλία και σε όλες τις αποικίες γίνονταν προετοιμασίες για το μεγάλο γεγονός. Στην Πάφο στο «Ιακώβιο Γυμναστήριο» αναρτάται η αγγλική σημαία, γεγονός που εξοργίζει τους μαθητές.
 
Παραμονή της στέψης, οι μαθητές της Πάφου και οι φοιτητές του Λιασιδίου Κολεγίου οργάνωσαν διαδήλωση με αίτημα να υποσταλεί η αγγλική σημαία και να εκκενωθεί το γήπεδό τους από στρατιώτες και αστυνομικούς. Ο 15χρονος τότε Ευαγόρας αναρριχάται στον ιστό, κατεβάζει και σκίζει την αγγλική σημαία: το γεγονός αυτό έδωσε το έναυσμα για επέκταση των διαδηλώσεων.

Οι μαθητές και το πλήθος συγκρούονται με την αστυνομία, η οποία ενισχύεται από Τούρκους. Ο διοικητής στέλνει διαταγή να αποσυρθούν οι αστυνομικοί, γιατί δεν έπρεπε η στέψη της βασίλισσας να αμαυρωθεί με αίμα. Έτσι οι μαθητές παρέσυραν ό,τι είχε σχέση με τους εορτασμούς για την στέψη. Η Πάφος έγινε το μόνο μέρος όπου δεν γιορτάστηκε η στέψη. Ο Ευαγόρας συνελήφθη, αλλά αφέθηκε ελεύθερος λόγω της μικρής του ηλικίας.

Σε ηλικία 17 χρόνων, ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης εγκατέλειψε το σχολείο και εντάχθηκε στις αντάρτικες ομάδες της ΕΟΚΑ. Στις 17 Νοεμβρίου 1955 οι μαθητές του Γυμνασίου συγκεντρώθηκαν και προετοίμαζαν μια διαδήλωση από τις γνωστές που οργάνωνε η ΑΝΕ (Άλκιμος Νεολαία ΕΟΚΑ) ως αντιπερισπασμό. Οι στρατιώτες είχαν διαταγή να πυροβολήσουν αδιάκριτα τους διαδηλωτές.
 
 Ο Ευαγόρας συλλαμβάνεται και οδηγείται στο δικαστήριο με την κατηγορία ότι συμμετείχε παράνομα σε οχλαγωγίες. Ο Ευαγόρας δεν παραδέχτηκε την κατηγορία και η δίκη αναβλήθηκε για τις 6 Δεκεμβρίου. Ήταν η αρχή του τέλους. Μια μέρα πριν τη δίκη, μπαίνει κρυφά στο σχολείο και αφήνει στην έδρα ένα σημείωμα:

    Παλιοί συμμαθηταί, Αυτή την ώρα κάποιος λείπει ανάμεσά σας, κάποιος που φεύγει αναζητώντας λίγο ελεύθερο αέρα, κάποιος που μπορεί να μη τον ξαναδείτε παρά μόνο νεκρό. Μην κλάψετε στον τάφο του, Δεν κάνει να τον κλαίτε. Λίγα λουλούδια του Μαγιού σκορπάτε του στον τάφο. Του φτάνει αυτό ΜΟΝΑΧΑ.

Στις 18 Δεκεμβρίου 1956 μαζί με άλλους 2 συναγωνιστές του μετέφεραν όπλα και τρόφιμα από την Λυσό. Ξαφνικά βρέθηκαν αντιμέτωποι με αγγλική περίπολο. Οι 2 συναγωνιστές του Ευαγόρα κατάφεραν να διαφύγουν, αλλά ο ίδιος συνελήφθη. Στην κατοχή του είχε ένα οπλοπολυβόλο Μπρεν γρασαρισμένο. Ήταν συνεπώς ανέτοιμο για να χρησιμοποιηθεί. Επίσης κουβαλούσε 3 γεμιστήρες γεμάτες.

Κατηγορήθηκε για κατοχή και διακίνηση οπλισμού και μεταφέρθηκε στη Λευκωσία και η δίκη ορίζεται για τις 25 Φεβρουαρίου. Στη δίκη του ο Παλληκαρίδης δεν άφησε περιθώρια στους δικηγόρους του να τον υπερασπιστούν, αφού παρά τις αντιρρήσεις τους παραδέχθηκε την ενοχή του:

    Γνωρίζω ότι θα με κρεμάσετε. Ό,τι έκαμα το έκαμα ως Έλλην Κύπριος όστις ζητεί την Ελευθερίαν του. Τίποτα άλλο.    

Την επόμενη μέρα της καταδίκης του Παλληκαρίδη, οι μαθητές του Γυμνασίου Πάφου απείχαν από τα μαθήματά του σε ένδειξη διαμαρτυρίας και έστειλαν τηλεγράφημα στον Χάρτινγκ, με το οποίο του ζητούσαν να απονεμηθεί χάρη στον Ευαγόρα. Όλος ο κόσμος αρχίζει μια προσπάθεια να σώσει τον νεαρό μαθητή.
 
Η Ελληνική κυβέρνηση προσπαθεί να αποτρέψει την εκτέλεσή του. Η Κυπριακή αδελφότητα Αθηνών ζητά προσωπική παρέμβαση του βασιλιά Παύλου. Η Βουλή των Ελλήνων στέλνει τηλεγραφήματα προς την Βουλή των Κοινοτήτων και τα Ηνωμένα Έθνη. Ο Αρχιεπίσκοπος Δωρόθεος, ο Χωρεπίσκοπος Σαλαμίνος Γεννάδιος, ο δήμαρχος Λευκωσίας κ. Δέρδης, 40 Εργατικοί Άγγλοι βουλευτές, συντεχνίες, ο Αρχιεπίσκοπος Νοτίου Αφρικής Νικόδημος, ο Αμερικανός Γερουσιαστής Fulton, απλοί πολίτες προσπαθούν να ματαιώσουν αυτή την εκτέλεση. Ο Χάρτινγκ όμως και η Αγγλική διπλωματία απορρίπτει την απονομή χάριτος.

Ο Ευαγόρας στο τελευταίο γράμμα του δηλώνει:

    Θ΄ ακολουθήσω με θάρρος τη μοίρα μου. Ίσως αυτό να ναι το τελευταίο μου γράμμα. Μα πάλι δεν πειράζει. Δεν λυπάμαι για τίποτα. Ας χάσω το κάθε τι. Μια φορά κανείς πεθαίνει. Θα βαδίσω χαρούμενος στην τελευταία μου κατοικία. Τι σήμερα τι αύριο; Όλοι πεθαίνουν μια μέρα. Είναι καλό πράγμα να πεθαίνει κανείς για την Ελλάδα. Ώρα 7:30. Η πιο όμορφη μέρα της ζωής μου. Η πιο όμορφη ώρα. Μη ρωτάτε γιατί….


Ο φλογερός αγωνιστής, ο αγνός νέος, ο σπουδαίος ποιητής, ο ζων για ανώτερα ιδανικά, και ελεύθερος στην ψυχή και στο σώμα, Ευαγόρας Παλληκαρίδης, παραμένει ΖΩΝΤΑΝΟΣ  …. Κυματίζει την  εσωτερική μας σημαία και δείχνει το δρόμο του αγώνα,   ως φωτεινός  οδοδείχτης σ' ένα κόσμο διαφθοράς και υποκρισίας ....  

Τρίτη 5 Μαρτίου 2013

Ήρθα, δάσκαλε, γιατί νοιώθω τόσο ασήμαντος ...

Υπάρχει μια παλιά ιστορία για ένα παιδί που πήγε να ζητήσει τη βοήθεια ενός σοφού: Ήρθα, δάσκαλε, γιατί νοιώθω τόσο ασήμαντος που δεν έχω όρεξη να κάνω τίποτα. Μου λένε ότι δεν αξίζω τίποτα, ότι δεν κάνω τίποτα σωστά, ότι είμαι αδέξιος και χαζός. Πως μπορώ να βελτιωθώ; Τι μπορώ να κάνω για να με εκτιμήσουν περισσότερο;"
 
  Ο δάσκαλος, χωρίς να τον κοιτάξει, του είπε: "Πόσο λυπάμαι, αγόρι μου. Δεν μπορώ να σε βοηθήσω γιατί πρώτα πρέπει να λύσω ένα δικό μου πρόβλημα. Μετά, ίσως.." και ύστερα από μια παύση συνέχισε : "Αν θέλεις να με βοηθήσεις εσύ, μπορεί να λύσω γρήγορα το πρόβλημά μου και μετά να μπορέσω να σε βοηθήσω." "Ε.μετά χαράς, δάσκαλε" είπε διστακτικά ο νεαρός, νοιώθοντας ότι τον υποτιμούσαν για άλλη μια φορά και μετέθεταν τις ανάγκες του.
 
 "Ωραία" συνέχισε ο δάσκαλος. Έβγαλε το δαχτυλίδι που φορούσε στο αριστερό του χέρι και το έδωσε στο αγόρι, λέγοντας :"Πάρε το άλογο που είναι εκεί έξω και τρέξε στην αγορά. Πρέπει να πουλήσω αυτό το δαχτυλίδι για να πληρώσω ένα χρέος. Είναι ανάγκη να πάρεις όσο περισσότερα χρήματα μπορείς για αυτό. Και με κανέναν τρόπο μη δεχτείς λιγότερα από ένα χρυσό φλουρί. Πήγαινε και έλα με το χρυσό φλουρί όσο πιο γρήγορα μπορείς." Ο νεαρός πήρε το δαχτυλίδι κι έφυγε.
 
Μόλις έφτασε στην αγορά άρχισε να προσφέρει το δαχτυλίδι στους εμπόρους που το κοίταζαν με κάποιο ενδιαφέρον, ώσπου ο νεαρός έλεγε τι ζητούσε γι' αυτό. Όταν το παιδί έλεγε "ένα χρυσό φλουρί" άλλοι γελούσαν, άλλοι του γύριζαν τις πλάτες και μόνο ένας γέροντας φάνηκε αρκετά ευγενικός για να μπει στον κόπο να του εξηγήσει ότι ένα χρυσό φλουρί ήταν πάρα πολύ για ένα δαχτυλίδι.
 
 Θέλοντας να βοηθήσει, ένας του πρόσφερε ένα ασημένιο νόμισμα κι ένα μπακιρένιο τάσι, όμως, ο νεαρός είχε οδηγίες να μη δεχτεί λιγότερα από ένα χρυσό φλουρί κι έτσι απέρριψε την προσφορά. Αφού προσπάθησε να πουλήσει το κόσμημα σε όποιον συνάντησε στο δρόμο του στην αγορά - και σίγουρα θα ήταν πάνω από εκατό άτομα - , παραδέχτηκε την αποτυχία του, καβάλησε το άλογο και γύρισε πίσω. Πόσο θα ήθελε ο νεαρός να είχε ένα χρυσό φλουρί για να το δώσει στο δάσκαλο και να τον γλυτώσει από το πρόβλημά του. Έτσι, θα έπαιρνε κι αυτός τη συμβουλή και τη βοήθεια του δασκάλου.
 
  Μπήκε μέσα στην κάμαρη. Δάσκαλε" είπε, "λυπάμαι. Είναι αδύνατο να τα καταφέρω. Ίσως να μπορούσα να πάρω δύο ή τρία ασημένια, όμως, νομίζω ότι δεν μπορώ να γελάσω κανέναν για την πραγματική αξία του δαχτυλιδιού." "Αυτό που είπες είναι πολύ σημαντικό, νεαρέ μου φίλε" απάντησε χαμογελώντας ο δάσκαλος. "Πρέπει πρώτα να μάθουμε την αληθινή αξία του δαχτυλιδιού.Καβάλησε πάλι το άλογο και πήγαινε στον κοσμηματοπώλη. Ποιος άλλος θα ξέρει καλύτερα; Πες του ότι θέλεις να το πουλήσεις και ρώτησέ τον πόσα μπορεί να πιάσει. Όμως, μην του το πουλήσεις όσα κι αν σου προσφέρει. Γύρισε πίσω με το δαχτυλίδι." 
 
Ο νεαρός καβάλησε το άλογο κι έφυγε πάλι. Ο κοσμηματοπώλης εξέτασε το δαχτυλίδι στο φως του κεριού, το κοίταξε με το φακό, το ζύγισε και μετά είπε στο παιδί: "Πες στο δάσκαλο, αγόρι μου, ότι αν θέλει να το πουλήσει αμέσως, δεν μπορώ να του δώσω παραπάνω από πενήντα οχτώ χρυσά φλουριά για το δαχτυλίδι του." "Πενήντα οχτώ χρυσά;" φώναξε το παιδί. "Ναι" απάντησε ο κοσμηματοπώλης. "Βέβαια, με λίγη υπομονή θα μπορούσαμε να βγάλουμε γύρω στα εβδομήντα χρυσά φλουριά, όμως, αν είναι επείγον."
 
 Ο νεαρός έτρεξε συγκινημένος στο σπίτι του δασκάλου να του πει τα καθέκαστα. "Κάθισε" του είπε ο δάσκαλος αφού τον άκουσε. "Είσαι κι εσύ σαν αυτό το δαχτυλίδι. 'Ένα πολύτιμο και μοναδικό κόσμημα. Και σαν τέτοιο, πρέπει να σ΄ εκτιμήσει ένας αληθινός ειδικός. Γιατί στη ζωή σου γυρίζεις εδώ κι εκεί ζητώντας να εκτιμήσει ο καθένας την πραγματική σου αξία;" Και μ' αυτά τα λόγια, έβαλε πάλι το δαχτυλίδι στο μικρό του δάχτυλο του αριστερού του χεριού. Είσαι φτιαγμένος από ταλέντα, σοφία και αγάπη. Είσαι όλα όσα αναζητάς, τα έχεις όλα μέσα σου. Ποτέ δεν μας χαρακτηρίζει αυτό που μας κάνουν οι άλλοι, μας χαρακτηρίζει αυτό που επιστρέφουμε εμείς στους άλλους. Αν έχω την πεποίθηση ότι δεν αξίζω, τότε το υποσυνείδητό μου θα κάνει τα πάντα για να επιβεβαιώσει αυτή μου την πεποίθηση.
 
Είναι αναγκαίο να αλλάξουμε τις περιοριστικές μας πεποιθήσεις, γιατί μας κοστίζουν πολύ πόνο. Οι πεποιθήσεις μας γίνονται συναισθήματα, τα συναισθήματα γίνονται συμπεριφορές, οι συμπεριφορές φέρνουν αποτελέσματα. Για να αλλάξουμε τα αποτελέσματα που παίρνουμε από τις πράξεις μας, χρειάζεται να αλλάξουμε τις πεποιθήσεις που έχουμε.
 
Αντί να ζητάμε την αποδοχή από τους γύρω μας, χρειάζεται να δώσουμε εμείς οι ίδιοι την αποδοχή στον εαυτό μας, όχι όταν θα αποκτήσουμε χρήματα, όχι όταν θα πετύχουμε εκείνο ή το άλλο, αλλά ΤΩΡΑ έτσι όπως ακριβώς είμαστε αυτή τη στιγμή, να αποδεχτούμε τον εαυτό μας και αν το κάνουμε αυτό, τότε και οι άλλοι γύρω μας θα αρχίσουν να μας δείχνουν την αποδοχή τους.
 
Δεν μπορούν να κάνουν διαφορετικά. 
 
Χόρχε Μπουκάι "Να σου πω μια ιστορία"

Χαλάλι για την Πατρίδα ....


«Στην εσχάτην ανάγκην θα αγωνιστώ και θα πεθάνω σαν Έλληνας, αλλά ζωντανόν δεν θα με πιάσουν». Γρηγόρης Αυξεντίου. 

 Έγραψαν εφημερίδες της εποχής:

Τις απογευματινές ώρες τού Σαββάτου, απόσπασμα του Βρεταννικού Στρατού από 60 άνδρες εκινήθη προς την Μονή, την οποία και εκύκλωσε για να συλλάβει τον καταδιωκόμενο Αγωνιστή. Οι Βρεταννοί στρατιώται ανεστάτωσαν κυριολεκτικώς την Μονή και έθεσαν υπό κράτησιν όλους τους μοναχούς, περιλαμβανομένου και του Ηγουμένου, τους οποίους και εκακοποίησαν για να τους αποσπάσουν πληροφορίες περί του ακριβούς σημείου όπου εκρύπτετο ο Αυξεντίου. Κανείς όμως μοναχός δεν είπε τίποτα. Κατά την διάρκεια της ερεύνης στην περιοχή γύρω από το μοναστήρι, οι Βρεταννοί στρατιώται ανεκάλυψαν μια σπηλιά κρυμμένη μέσα σε θάμνους.

Ο επί κεφαλής τού Βρεταννικού αποσπάσματος Ανθυπολοχαγός Middleton πλησίασε την είσοδο της σπηλιάς και εφώναξε: «Ρίξε τα όπλα σου και παραδώσου, αλλιώς θα επιτεθούμε». Κάποιος απήντησε: «Καλά παραδιδόμαστε». Τέσσερες άνδρες βγήκαν έξω, δύο από αυτούς επικηρυγμένοι με 5.000 λίρες, όπως και ο Αυξεντίου. Ο Αυξεντίου δεν ήταν μεταξύ αυτών. Ο Ανθυπολοχαγός Midleton τον εκάλεσε και πάλιν να παραδοθεί, αλλά έλαβε την υπερήφανη απάντησιν «Μολών Λαβέ».

Αμέσως, τέσερες άνδρες όρμησαν μέσα στην σπηλιά. Ο ηρωικός μαχητής τής Κυπριακής Ελευθερίας τούς υπεδέχθη με καταιγισμόν πυρός. Oι τρεις από τους τέσερες Βρεταννούς, οι οποίοι είχαν ελπίσει ότι θα εισέπραττον την επικήρυξιν του Αυξεντίου βγήκαν αμέσως έντρομοι, ενώ ο τέταρτος, τραυματισμένος στο στήθος κατέπεσε στο έδαφος, για να υποκύψει λίγες ώρες αργότερα στα τραύματά του. Ο επί κεφαλής τών Βρεταννικών δυνάμεων Ανθυπολοχαγός Middleton εζήτησε αμέσως ενισχύσεις, οι οποίες και κατέφθασαν με τα ελικόπτερα. Η μάχη συνεχίσθη έτσι επί 10 ολόκληρες ώρες, κατά την διάρκειά της δε οι Βρεταννοί εχρησιμοποίησαν μεταξύ των άλλων δακρυγόνες βόμβες.

Μπροστά στο αλύγιστο θάρρος τού Αυξεντίου και αφού προηγουμένως έκαναν χρήσιν όλων τών ειδών τών όπλων, οι Βρεταννοί στρατιώται έρριψαν μέσα στην σπηλιά βόμβες πετρελαίου. Τεράστιες φλόγες εκάλυψαν το σπήλαιο για να τυλίξουν σε λίγο το κορμί τού Ηρωικού Πατριώτη.

Η μάχη ετελείωσε στις 2 η ώρα την νύκτα. Η σορός τού Αυξεντίου ανευρέθη απηνθρακωμένη. Ο Αυξεντίου ήταν ηλικίας 29 ετών. Στον κατάλογο των καταζητουμένων από τους Άγγλους, ήταν εγγεγραμμένος δεύτερος μετά τον στρατηγό Γρίβα.


Το καρβουνιασμένο πτώμα του αναγνώρισε πρώτος ο πατέρας του στο στρατιωτικό νοσοκομείο Λευκωσίας. «Απ’ τις χοντρές ελληνικές κοκκάλες του», όπως είπε, «κι από κείνο το χρυσό κωσταντινάτο που άχνιζε στον κόρφο του». Βγήκε από το νεκροτομείο χαμογελώντας… Όλοι νόμισαν ότι δεν ήταν ο γιος του.

Όταν απομακρύνθηκε όμως, ξέσπασε σε λυγμούς. Στην εύλογη απορία, γιατί γελούσε πριν κι αν τελικά δεν είναι ο Γρηγόρης, αυτός απάντησε με περηφάνια: «Ναι, ο Γρηγόρης είναι, αλλά να μην μας δούνε αυτά τα σκυλιά να κλαίμε...».

Η μάνα του όταν πληροφορήθηκε το μαύρο μαντάτο, γονάτισε κι αφού έσφιξε το μαύρο της τσεμπέρι κάτω απ' το δυνατό σαγόνι της, είπε ακριβώς τα λόγια που περίμενε ο γιος της: «Είμαι περήφανη για τον γιο μου. Κάλλιο μια φούχτα τιμημένη στάχτη, παρά γονατισμένος ο λεβέντης μου. Χαλάλι για την πατρίδα. Κι εγώ στη θέση του το ίδιο θα έκανα». Κι αφού κάθησε σε μια καρέκλα, συνέχισε: «Και τώρα θα κάνω το καθήκον μου...» κι άρχισε να κλαίει τον γιο της...

Από φόβο λαϊκών εκδηλώσεων οι Άγγλοι έθαψαν το καμένο σώμα του Αυξεντίου στις Κεντρικές Φυλακές Λευκωσίας, στις 4 Μαρτίου 1957, στον χώρο που είναι γνωστός σήμερα ως «Φυλακισμένα Μνήματα».

Έτσι ο Γρηγόρης Αυξεντίου με τη θυσία του επισφράγισε τον αγώνα του για την ελευθερία της Κύπρου, περνώντας στην αθανασία και στην άφθαρτη μνήμη της ιστορίας επονομαζόμενος επάξια ως «ο αετός του Μαχαιρά» από τον κυπριακό λαό. 

Κρατώ ευλαβικά τα λόγια της ΜΑΝΑΣ, της Αντωνούς: ΧΑΛΑΛΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΤΡΙΔΑ
 
Και αναρωτιέμαι  σήμερα βλέποντας τις στρατιές των ανέργων νέων μας και μεγαλύτερων ηλικιακά σ’ αυτή τη χώρα, διαπιστώνοντας καθημερινά την κατάπτυστη έλλειψη αξιοκρατίας , ισονομίας & ισοπολιτείας :

Χαλάλι για ποιά Πατρίδα ;